γουργουρίτσα

γουργουρίτσα
γουργουρίτσα, η (Μ)
παιδικό παιχνίδι, σβούρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Λέξη ονοματοποιημένη από τον ήχο γουρ-γουρ ή κατ΄ άλλους, από το λατ. gurgulio].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”